ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ,  Ο  ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ ΤΟΥ.



 

 "Δύο πράγματα φιλοδόξησα να κάνω στη ζωή μου: πολύ έρωτα, ώστε να τον μπουχτήσω και να τον βαρεθώ, και δεύτερον να γράψω τρία τέσσερα καλά βίβλια. Το πρώτο το πέτυχα πέρα και πάνω από κάθε προσδοκία. Οι ερωτικές μου εμπειρίες θα φταναν να γεμίσουν τη ζωή χίλιων ανθρώπων και να περισσέψουν. Από το δεύτερο χρωστάω κάτι ακόμα".

Το υπόλοιπον του χρέους έμεινε ανεξόφλητο. Στις 27 Αυγούστου 1988, το απόγευμα του Σαββάτου ο Κώστας Ταχτσής  βρέθηκε στραγγαλισμένος-κατά πάσα πιθανότητα από τον τελευταίο του εραστή -στη μονοκατοικία του στην οδό Τυρταίου 26, στον Κολωνό, λίγες μέρες μετά την επιστροφή του από διακοπές.

Η αυτοβιογραφία του- που κυκλοφόρησε λίγους μήνες με τίτλο "Το φοβερό βήμα"- δεν έρριξε φως στις έρευνες, αν και κάποιοι  είχαν αρχικά υποστηρίξει  ότι οι θρυλούμενες αποκαλύψεις της αποτέλεσαν και την αιτία της δολοφονίας του . Γνώρισε, όμως, εκδοτική επιτυχία. Εύλογα, τα βιογραφικά τεκμήρια μιας πολυτάραχης ζωής, όταν μάλιστα αποκτούν και την ιερότητα του τελευταίου λόγου, εξάπτουν την φαντασία του αναγνωστικού κοινού. Οι ημερολογιακές πάντως αυτές σημειώσεις δεν αποτελούν κάτι έτερον αλλά συνέχεια, και σαφώς όχι κορύφωση, της προηγούμενης λογοτεχνικής του συγγραφής. Έτσι κι αλλιώς, οι εναλλακτικές μορφές της λογοτεχνικής έκφρασης δεν είναι για τον Ταχτσή παρά εναύσματα για μια de profoundis, αλλά χωρίς καμιά διάθεση για άφεση αμαρτιών, εξομολόγηση.Ο ίδιος παραδέχεται: " Όλη η λογοτεχνία μου είναι αυτοβιογραφική. Ό,τι έχω γράψει είναι ένα συνεχές παιχνίδι με μάσκες-γι΄αυτό και δεν έχω καμιά σχέση με το παραδοσιακό μυθιστόρημα". 

Ίσως οι βιογραφικές πληροφορίες που παρέχει ο Ταχτσής να είναι συχνά αόριστες, ασαφείς ή κάποτε και αλληλοσυγκρουόμενες. Αδιάφορο! Ο συγγραφέας δεν αυτοβιογραφείται με την τρέχουσα σημασία του όρου αλλά μέσα από τα γραφόμενα του αυτοαναλύεται, αυτοαναιρείται και αυτοκαταλύεται.

Στα συλλογή διηγημάτων τα "Ρέστα", λόγου χάρη, είτε η αφήγηση ακολουθεί το α ενικό ή το γ ενικό πρόσωπο, οι περιπέτειες των ηρώων του δεν είναι παρά προσχήματα για ν΄αφηγηθεί ο συγγραφέας τη δική του οδυνηρή πορεία προς την ανδροποίηση, μια ανδροποίηση που το περιβάλλον εκβιάζει, ενώ ο δημιουργός-από πείσμα και περηφάνεια-επιμένει να αρνείται.

Ο Ταχτσής προσφέρει στον αναγνώστη το οδοιπορική μιας παιδικής ηλικίας στοιχειωμένης από την κηδεμονίας μιας υπερπροστατευτικής  γιαγιάς, τις απειλές  μιας κυκλοθυμικής σκληρής μητέρας και την πλήρη απουσία μιας πατρικής εξουσίας που θα μπορούσε να λειτουργήσεις ως αντιστάθμισμα στην τυραννία των γυναικών. Συνεχίζει με τη μυθολογία μιας νιότης κυνηγημένης από τις ενοχές φευγαλέων ερώτων -ετερόφυλων και μη- και την αναζήτηση ταυτότητας, που ξεκινά από τη βασανιστική ενατένιση  στον καθρέφτη της κρεβατοκάμαρας του θείου Μίμη και φτάνει σε περιπλανήσεις στις πρωτεύουσες της Δ. Ευρώπης ή ακόμα μακρύτερα, στη Ν. Υόρκη και την Αυστραλία, όπου " κι αν ακόμα οι άνθρωποι διέκριναν τίποτα αλλόκοτο στην εμφάνισή του, θα το απέδιδαν στο γεγονός ότι ήταν ξένος".

Στο βιβλίο του "Η γιαγιά μου η Αθήνα", συλλογή περιστασιακών κειμένων των τελευταίων 10-15 χρόνων, ο Ταχτσής μιλάει με θεωρητικό λόγο αλλά και σύντομες προσωπικές αφηγήσεις για τη γοητεία της παλιάς Αθήνας που χάνεται, για την ομοφυλοφιλία και τα ρεμπέτικα, για τις δυσκολίες της θεατρικής μετάφρασης, για τη θητεία του στο περιοδικό "Πάλι" και τη γνωριμία του με το Γιώργο Σεφέρη, για τον Ανατόλ, το Γάλλο φίλο του, που αναζητά στους νεοέλληνες εραστές το αρχαίο κλασικό μεγαλείο και για τον ''Τόνιο Κρέγκερ" του Τόμας Μαν. Μ΄ ένα λόγο πρόκειται για αναδρομή σε πρόσωπα και θέματα που άφησαν το σημάδι τους στη μνήμη και την ψυχή του συγγραφέα.

Ο αυτοβιογραφικός χαρακτήρας της πεζογραφίας του ίσως φαίνεται πιο δύσκολο να εντοπιστεί στο περίφημο "Τρίτο Στεφάνι", το πρώτο και μοναδικό του μυθιστόρημα, που, εν τούτοις, άρκεσε για δώσει διαφορετικό ύφος και νόημα σε ό,τι ονομάζουμε ρεαλιστική νεοελληνική λογοτεχνία.

Μέσα από τις προσωπικές αφηγήσεις των δύο κεντρικών ηρωίδων του , ο Ταχτσής ξεγυμνώνει την αντιφατικότητα -μεγαλείο και φαιδρότητα- του νεοελληνικού μας βίου. Με γλώσσα άμεση, σκληρή, ειρωνική και με γραφή άλλοτε ψυχρά καυστική κι άλλοτε οδυνηρά συμπάσχουσα, μας δίνει ανάγλυφη την τοιχογραφία μερικών από τις πιο ταραγμένες δεκαετίες της σύγχρονης ιστορίας μας: Μεσοπόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος. Τα χρόνια που καλύπτει το κείμενο συμπίπτουν με την εφηβεία του Ταχτσή με αποτέλεσμα επιλεγμένα αυτοβιογραφικά περιστατικά να ενσωματώνονται στην κεντρική πλοκή, όπως μας επιβεβαιώνει ο ίδιος ο συγγραφέας. Ωστόσο, η σχέση δημιουργού και δημιουργήματος δεν περιορίζεται στην επινόηση της δράσης.

Με το "Τρίτο Στεφάνι" ο Ταχτσής προσπαθεί να ξορκίσει την απειλή ευνουχισμού , που -αντίθετα με το γνωστό οιδιπόδειο σχήμα- προκαλούσε στην παιδική ηλικία του η κυριαρχία των γυναικών της οικογένειας του. "Οι γυναίκες άφηναν τους άνδρες να παίξουν το ρόλο του αφέντη, Αλλά πάντα με ένα ειρωνικό χαμόγελο. Τα πραγματικά σκήπτρα της εξουσίας τα κρατούσαν εκείνες".

Για να το επιτύχει αυτό απομυθοποιεί ένα από τα τελευταία ταμπού της σύγχρονης εποχής , την ιερότητα των παραδοσιακών γυναικείων ρόλων,της μάνας, της κόρης, της συζύγου, της αδελφής. Κι εδώ οφείλεται η ικανότητα του έργου να σοκάρει ακόμα και σήμερα, που κι οι πιο ωμές περιγραφές ανορθόδοξων ερώτων αφήνουν τους περισσότερους αναγνώστες μάλλον αδιάφορους.

Στο " Τρίο Στεφάνι" ο Ταχτσής είναι εκ προθέσεως προκλητικός, επιχειρεί ν΄απελευθερωθεί από τις απαγορεύσεις της ανατροφής του δοκιμάζοντας την αντοχή όλων των μορφών του συμβατικού καθωσπρεπισμού. Οι ήρωές του, όπως συχνά κι ο ίδιος, παρασυρμένοι από το ρομαντισμό ή τον έντονο συναισθηματισμό τους οδηγούνται σε ακραίες καταστάσεις, προκαλούν τη γελοιότητα και φτάνουν στα όρια της, όχι για να εξευτελιστούν ως ένα είδος αυτοτιμωρίας αλλά για να την υπερβούν αγγίζοντας την τραγική τους διάσταση.

Οι βίαιοι καυγάδες μάνας και κόρης που επαναλαμβάνονται σε  διάφορες παραλλαγές στις σελίδες του βιβλίου έχουν, στην ευτέλειά τους, κάτι από το πάθος των διαλόγων Ηλέκτρας-Κλυταιμνήστρας στην τραγωδία του Ευρυπίδη.Ο Δήμητρης, χαρακτηριστικό παράδειγμα άσωτου υιού, που κοιμάται με τους μοναχούς του Αγίου Όρους για μερικά κατοστάρικα αλλά είναι έτοιμος να σκοτώσει για την τιμή της αδελφής, που παρασύρεται στα ναρκωτικά και την παρανομία αλλά προσπαθεί να εξιλεωθεί μέσα από τον έρωτά του για μια νεαρή Εβραία και τους αγώνες του ΕΑΜ, ώσπου πεθαίνει στη φυλακή από φιματίωση, ανακαλεί το υπαρξιακό αδιέξοδο των απελπισμένων ηρώων του Παζολίνι.

Όμως οι σχέσεις προσωπικής ψυχολογίας και λογοτεχνικής μυθοπλασίας είναι ακόμα στενότερες. Οι κεντρικές γυναικείες φιγούρες, η συνετή Νίνα, μικροαστή με μεγαλοαστικές μνήμες, που συμβιβάζεται για να επιβιώσει, διατηρώντας όμως πάντοτε κάποια ίχνη σνομπισμού, και η θυελλώδης αυτοκαταστροφική κυρά-Εκάβη δεν είναι παρά η διττή έκφραση της εσωτερικής αντίφασης του συγγραφέα. Ο Ταχτσής παραμένει πάντοτε ένας αμετανόητος εστέτ αλλά, "εν μέρει εθνικός και εν μέρει χριστιανίζων",δεν διστάζει να έρθει στα χέρια με τους ταξιτζήδες που έχουν σα χόμπι να "ξεφωνίζουν τις αδελφές".

Η ταύτιση με τις ηρωίδες του είναι ζήτημα ιδιοσυγκρασίας και πεπρωμένου. Το φύλο δεν αποτελεί εμπόδιο. Ο Ταχτσής έχει την ικανότητα όχι απλώς να μιμείται αλλά να εκφράζει και να ερμηνεύει τη γυναικεία ψυχολογία. Ο ίδιος ομολογεί:"Επειδή οι διαφορετικές τάσεις μου έπαιρναν, λόγω ιδιοσυγκρασίας, οξύτατη μορφή, ενστικτωδώς ανέπτυξα τεχνικές τέτοιες, χάρη στις οποίες, όταν παρίστανα τη γυναίκα, φαινόμουνα τέλεια γυναίκα, όταν παρίστανα τον άντρα φαινόμουνα τέλειος άντρας." Κι όλα αυτά χρόνια πριν η συζήτηση για τη διεμφυλικότητα αναδειχθεί σε επίκαιρο ζήτημα.

Ο συγγραφέας αρέσκεται στις μάσκες, είναι ίσως ο πιο γνήσιος τρόπος αυτοαναζήτησης κι η λογοτεχνική δημιουργία προσφέρει την ευκαιρία άπειρων μεταμορφώσεων. Ο Ταχτσής είναι ο αρχαίος υποκριτής που εναλάσσει τα ανδρικά και γυνακεία προσωπεία με την ίδια ευκολία,πειστικότητα αλλά και γνησιότητα, Μόνο που εκείνον τον Αύγουστο του 1988 -και στη ζωή ενός αληθινού καλλιτέχνη καμιά λεπτομέρεια δεν είναι χωρίς σημασία- ο θάνατος τον βρήκε γυμνό.

Comments

Popular Posts