ΑΙΣΘΗΣΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΙΚΟΤΙΝΗ...




Μπορεί επίτηδες να μένω από τσιγάρα. Αθώα προσποίηση; Σκόπιμο μυστήριο; Ή παιδιάστικο παράπονο σε σιωπηλή αιτίαση; Το διφορούμενο και η αβεβαιότητα αναγκαία συνθήκη του ερωτικού συμβολαίου για αυτό κι ο τίτλος όπως αρμόζει στην παρούσα συλλογή.Αν και μετά τον αντικαπνιστικό νόμο, ίσως το Μπορεί επίτηδες να μένω από τσιγάρα να εκληφθεί  και ως σύνθημα αντίστασης. 

25 μαγνητικά ερωτικά memo, 25 πειραγμένα αποστάγματα  πόθου, 25 αιχμηρά επιγράμματα που αιχμαλωτίζουν τον αναγνώστη, μια ποιητική  συλλογή από τον Αλέξανδρο Κυπριώτη στις εκδόσεις Σκαρίφημα, που μπορεί να διαβαστεί «μονορούφι», «in one sitting», όπως θα έλεγε και ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, πριν προλάβουν, δηλαδή, οι περισπασμοί του έξω κόσμου να διαλύσουν την πρώτη εντύπωση. 

Γι’  αυτό και  το ευσύνοπτο του βιβλίου  δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως υποχώρηση  στην ταχύτητα των σύγχρονων καιρών ή στη μόδα της  ψηφιακής λογοτεχνίας  που συνάδει με την αισθητική του μικρού. Η βραχύτητα της γραφής υπογραμμίζει απλώς τον τελεσίδικο κι ταυτόχρονα  επιτελεστικό  χαρακτήρα  του έρωτα. «Το σ’ αγαπώ δεν είναι φράση: δε μεταβιβάζει ένα νόημα, αλλά αγκιστρώνεται σε μια οριακή κατάσταση: αυτήν όπου το υποκείμενο αιωρείται σε μια σχέση αντικατοπτρισμού με τον άλλο. Το σ’ αγαπώ είναι μια ολόφραση», όπως  υποστηρίζει ο φιλόσοφος σημειολόγος  Ρολάν Μπαρτ, στους αφορισμούς του οποίου θα καταφεύγουμε συχνά πυκνά για την  ανάγνωση του παρόντος κειμένου. 

Παράλληλα, η λακωνικότητα της έκφρασης, το σπάσιμο του στίχου σε λέξεις  αλλά και οι σύντομοι  ευφάνταστοι τίτλοι -ακόμα και το σκίτσο του κομψού εξωφύλλου-  επιτρέπουν  τον υπαινιγμό και ενισχύουν   την αμφισημία. Ως γνωστόν, από όλα τα σημεία στίξης τα  αποσιωπητικά είναι εκείνα   που κινητοποιούν πιο δημιουργικά την ερωτική φαντασία.  

Το β ενικό παραμένει σταθερή επιλογή του συγγραφέα. Άλλωστε η μόνη προϋπόθεση του σ’ αγαπώ είναι η απεύθυνσή του, ή επαύξησή του μ’ ένα κύριο όνομα. Κανείς δεν έχει όρεξη να μιλήσει για τον έρωτα σαν δεν υπάρχει κάποιος για τον οποίο να το κάνει.  Ομολογία, προσφορά ή διαταγή;  Σύμφωνα, πάντως,  με το λακανικό ορισμό η επιθυμία είναι  το περίσσευμα που παράγεται από την άρθρωση της ανάγκης σε αίτημα.Το εγώ και το εσύ των ερωτευμένων ένα αυτιστικό μικροσύμπαν όπου κάθε  τρίτος περισσεύει. Ο ένας υπάρχει  μόνο εντός και δια του άλλου.(Ζωτικός Χώρος)

Ο Αλέξανδρος Κυπριώτης αποκαλύπτει το ερωτικό πάθος σε όλη του την  τρυφερή ευαισθησία αλλά και την ιμπεριαλιστική του διάθεση -χωρίς τυμπανοκρουσίες  ή λυρικές μεγαλοστομίες, είναι αλήθεια – αλλά χάρη σε μια παιγνιώδη διαλεκτική γείωσης και εξιδανίκευσης  που συναιρεί το ρεαλισμό του βιώματος με  τη φαντασία του καλλιτέχνη. Καθημερινά  επεισόδια λατρείας,  ασήμαντες χειρονομίες,  τετριμμένα ερωτήματα   μεταμορφώνονται σε  αλλόκοτα  αινίγματα και υπαρξιακά διακυβεύματα. 

Έτσι, η βρώση της τηγανιτής πατάτας αποκτά μια χροιά πορνογραφική και η συναρμολόγηση επίπλων με οδηγίες και σχεδιαγράμματα ΙΚΕΑ γίνεται προσφορά  στο βωμό της αγάπης.  Ο έρωτας ψωνίζει σνακς στο περίπτερο – ο έρωτας κατεβαίνει στα οδοφράγματα και παρά το μικρό του δέμας επιδεικνύει απαράμιλλο θάρρος μπροστά σε μια διμοιρία της ομάδας Δίας.(Καμουφλάζ) Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε συγκινηθεί ή ίσως και ζηλέψει βλέποντας σε αναρτήσεις στα social media νεαρά ζευγάρια να φιλιούνται με πάθος  μέσω ταραχών και επεισοδίων. Ο έρωτας, ένας   οιονεί  τρόπος  ατομικής εξέγερσης στο ανθρώπινο πεπρωμένο,  μετατρέπεται  συχνά και σε πράξη αντίστασης απέναντι σε κάθε καταπίεση. Ο έρωτας  αποδεικνύεται – βλέπε το «1984» του Τζωρτζ  Όργουελ, ή το «Εμείς» του  Γιεβγκιένι Ζαμιατίν - ως ο  πιο επικίνδυνος εχθρός των ολοκληρωτικών καθεστώτων, μια πυρηνική  επαναστατική πράξη που αντιπαλεύει κάθε σύστημα εχθρικό προς την εκδοχή της ζωής! Πόσο ηρωικός φαντάζει κάποιος όταν ο Άλλος γίνεται πιο πολύτιμος από την ίδια του την επιβίωση!

Όσον αφορά το κείμενο, ο χρόνος των πεπραγμένων είναι  η παροντικότητα των δευτερολέπτων. Ο ποιητής μεταδίδει στιγμιότυπα σε ζωντανή μετάδοση  σε μια απέλπιδα  προσπάθεια  να αιχμαλωτίσει τη στιγμή και να παγώσει το χρόνο με μια ακαριαία  μορφή τέχνης. Ο κατεξοχήν χώρος της δράσης πάλι  είναι η οικεία χωροταξία  του  σπιτιού. Ο ποιητής μοιάζει να εύχεται έναν έρωτα κεκλεισμένων των θυρών –μια μυθολογία δωματίου: 

Όταν κοιμήθηκες σπίτι μου πρώτη φορά, δεν ήθελα να ξυπνήσεις 

H πρόσκληση εγκατάστασης του άλλου στον τόπο που ορίζω, στο κρεβάτι που κοιμάμαι δεν είναι μόνο διάθεση για ολοκληρωτική κυριαρχία αλλά και ή παραδοχή της μοναδικότητας του ποθούμενου «Ο έρωτας δεν εκδηλώνεται με την επιθυμία να κάνεις έρωτα (αυτή η επιθυμία ταιριάζει σε αναρίθμητο πλήθος γυναικών) αλλά με την επιθυμία του μοιρασμένου ύπνου, (κι   αυτή   δεν αφορά παρά μια και μόνο γυναίκα,)  διευκρινίζει  χρόνια πριν στην Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι  ο Μίλαν Κούντερα. 

Στο ποιητικό εργαστήρι του Αλέξανδρου Κυπριώτη, στο κέντρο, υψώνεται και κυριαρχεί το  γυμνό σώμα. Οι στίχοι ως λαίμαργα δάχτυλα  διατρέχουν το αγαπημένο κορμί  με εμμονή σχεδόν φετιχιστική . Η σπονδυλική στήλη, ο αφαλός, οι ρώγες, τα χείλη – γίνονται χάρτες   μιας λάγνας γεωγραφίας.

Ο ποιητής ως  ταξιδευτής- προσκυνητής στις εσχατιές του σώματος θεραπεύει πιθανές πληγές με τη ζεστασιά των αγγιγμάτων και με φιλιά παυσίπονα. Ο ποιητής ως  εισβολέας και κατακτητής  εξερευνά τη σπηλιά του λάρυγγα  για να φτάσει  στην πηγή των φθόγγων. Άλλωστε, η γλώσσα, είτε με την παραμυθία της ανάγνωσης (Απαγγελία) είτε χάρη στις μελωδικές ιδιοτροπίες της άρθρωσης είτε ως όργανο ηδονής, οριοθετεί το ερωτικό πεδίο.

Οι μικρές ατέλειες του ποθούμενου, όπως το σούφρωμα των χειλιών,  εντοπίζονται με τη σχολαστικότητα συλλέκτη, εξυμνούνται και λατρεύονται. Διαβάζω από τα Αποσπάσματα του Ερωτικού Λόγου το: «Τι είναι αυτό πάνω στο αγαπημένο σώμα που προορίζεται να αποτελέσει για μένα φετίχ; [..] Ποια αντικανονική του λεπτομέρεια; Η κοψιά ενός νυχιού; Ένα δόντι λίγο σπασμένο και στραβό; Μια τούφα μαλλιά; Ο τρόπος που ανοίγουν τα δάχτυλα τη στιγμή της κουβέντας ή του καπνίσματος; Για όλες αυτές τις πτυχές του σώματος έχω τη διάθεση να πω ότι είναι αξιολάτρευτες. [..] Αυτό είναι! Αυτό ακριβώς είναι που αγαπώ!»

Ο έρωτας είναι  ένδυμα που φοριέται κατάσαρκα. Τα χειμωνιάτικα ρούχα, όμως, απολαμβάνουν την προτίμηση του ερωτευμένου αφού  προστατεύουν από τα αδιάκριτα βλέμματα  το αντικείμενο του πόθου. Η ανασφάλεια του έρωτα συναντά την αποκλειστικότητα της ιδιοκτησίας. Οι εκλεκτικές συγγένειες με το Σάρκινο Λόγο του Ρίτσου – παρά τη διαφορά ύφους- παραπάνω από εμφανείς: «Τι όμορφη που είσαι. Με τρομάζει η ομορφιά σου. Σε πεινάω. Σε διψάω. Σου δέομαι: κρύψου• γίνε αόρατη για όλους• ορατή μόνο σ’ εμένα• καλυμμένη απ’ τα μαλλιά ως τα νύχια των ποδιών με σκοτεινό διάφανο πέπλο διάστικτο απ’ τους ασημένιους στεναγμούς εαρινών φεγγαριών».

Το Μπορεί επίτηδες να μένω από τσιγάρα στις περισσότερες σελίδες του μοιάζει με μια απροσχημάτιση  κατάφαση, μια χαρωπή υμνολογία του  έρωτα.  Εντούτοις  η  Συλλογή κλίνει με το μοτίβο της ερωτικής απουσίας και της άσκοπης  αναμονής:  Ο ποιητής σε κεντρικό αυτοκινητόδρομο   αναζητά το αγαπημένο πρόσωπο στα διερχόμενα λεωφορεία επί ματαίω.  Το δαχτυλίδι  -τίτλος του τελευταίου ποιήματος- αφορά σαφώς τον πολυτραγουδισμένο κόμβο της Κηφισίας  αλλά μήπως και ως  σύμβολο δέσμευσης επιθυμεί μια ατυχή γαμήλια ευχή,  ένα ευτυχισμένοι για πάντα μαζί; 

Το αντίτιμο της έμπνευσης μια  αναζήτηση που δεν εκπληρώνεται ποτέ;  Κι η αναμονή η οντολογική υπόσταση του έρωτα; «ίσως μόνο το ανεκπλήρωτο να δίνει κάποιο νόημα στη ζωή μας» (Τάσος Λειβαδίτης). Καταφεύγουμε για μια ακόμα φορά στο Ρολάν Μπαρτ: « ‘Είμαι ερωτευμένος; -Ναι, αφού περιμένω’. Ο άλλος δεν περιμένει ποτέ. Μερικές φορές θέλω να υποδυθώ αυτόν πού δεν περιμένει· επιχειρώ να απασχοληθώ κάπου αλλού, να φτάσω καθυστερημένος. Μα στο παιχνίδι αυτό βγαίνω μονίμως χαμένος. Ό,τι κι αν κάνω, στο τέλος αποδείχνομαι και πάλι συνεπής στο ραντεβού –και μάλιστα πριν από την καθορισμένη ώρα. Η μοιραία ταυτότητα του ερωτευμένου δεν είναι άλλη απ’ αυτήν: είμαι αυτός που περιμένει.»

Κατά τη διάρκεια της  αποψινής παρουσίασης  ίσως αρκετοί να έχουν αναρωτηθεί γιατί μια ακόμα ερωτική  ποιητική συλλογή; Μάλλον γιατί το θέμα  παραμένει επίκαιρο και επ ουδενί εξαντλημένο  -  πάντα υπάρχει κάτι καινούριο να ειπωθεί. Ο έρωτας είναι συναίσθημα  βαθιά διαφορετικό και ερμητικά προσωπικό  -όσοι οι άνθρωποι τόσες και οι συντεταγμένες του.  Ο Ορτέγκα Υ Κασέτ υποστηρίζει ότι η μόνη εμπειρία που μπορεί να θεωρηθεί πιο ενδόμυχη από την ερωτική εκλογή είναι ίσως το μεταφυσικό αίσθημα, η ριζική δηλαδή αντίληψη που έχουμε για το Σύμπαν.

Πως μπορεί, όμως, μια εμπειρία τόσο ιδιωτική να αντικειμενοποιηθεί  σε έργο τέχνης  και να μεταδοθεί  σε αναγνώστες, θεατές, ακροατές... Ο ερωτικός σπασμός οδηγεί στον πυρήνα της καθαρής ουσίας του υποκειμένου και επομένως χάρη στην αντιφατική  στοιχειακή παντοδυναμία του μπορεί -με την καντιανή έννοια του όρου-  να θεωρηθεί καθολικό αντανακλαστικό, που ξεπερνά τα ιστορικά συμφραζόμενα.

Θα ήθελα να κλείσω με μια φράση, φαινομενικά μόνο άσχετη με το θέμα μας,  την προσφώνηση της Ανί Λεκλέρ: 

«Καλό μου τσιγάρο, εσύ που κολλάς ένα κορμί τεμαχισμένο».


(Από παρουσίαση του βιβλίου στο αγαπημένο Booktalks- 

λίγο πριν από την εποχή της Καραντίνας)

Comments

Popular Posts