Ενα αφιέρωμα στον τελευταίο προφήτη του αιώνα μας, που
είχε το προνόμιο να διασώσει τη σοφία του σε δεκάδες συνεντεύξεις και
διαλέξεις, πλήθος βιβλίων αλλά και CD-ROM και να κληροδοτήσει στις επόμενες γενιές το μαγικό
ξόρκι της ψυχεδέλειας: φτιάξου, συντονίσου,
χάσου.
«Μια φορά και έναν καιρό, πριν από πολλά χρόνια, ένα
ηλιόλουστο απόγευμα στον κήπο ενός χωριού της Κουερναβάκα, έφαγα επτά από τα
αποκαλούμενα ιερά μανιτάρια που μου είχε δώσει κάποιος επιστήμονας από το
πανεπιστήμιο του Μεξικού. Για τις επόμενες πέντε ώρες, στροβιλιζόμουν μέσα σε
μια εμπειρία η οποία θα μπορούσε να περιγραφεί με πολλές αλλόκοτες μεταφορές,
αλλά ήταν πάνω απ’ όλα και χωρίς
αμφιβολία η βαθύτερη θρησκευτική εμπειρία της ζωής μου»
Στα 1963 Τίμοθι Λίρι, αν και
λέκτορας της Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, δε διστάζει ν’ αναπολεί
σε δημόσιες διαλέξεις την πρώτη του γνωριμία με τον κόσμο των ψυχοδηλωτικών ουσιών, μια εμπειρία που
αλλάζει ριζικά τη ζωή του και
μάλιστα σε ηλικία σαράντα χρονών, αφού
τον πείθει να εγκαταλείψει το κυνήγι
της ακαδημαικής καριέρας για να αφιερωθεί “ψυχή τε και σώματι” στην
αναζήτηση της εκ-στασης.
Ο Λίρι πειραματίζεται, αρχικά, πάνω στον εαυτό του ή τους βοηθούς του και
αργότερα σε εκαντοντάδες εθελοντές απ’
όλη την Αμερική για τις επιδράσεις της ψυλοκιβίνης, χημικού παράγωγου των ιερών
μανιταριών. Σε ελεγχόμενες συνεδρίες οδηγεί τους οπαδούς του σε ταξίδια με LSD και τους καλεί να περιγράψουν τις
εντυπώσεις τους, προσπαθώντας να ερευνήσει τα όρια του ανθρώπινου νευρικού
συστήματος αλλά και μετατρέποντας ταυτόχρονα ένα βιοχημικό πείραμα σε
μυσταγωγικό τελετουργικό.
Ο Λίρι θεωρεί τα ψυχοδηλωτικά ως μέσο για την απελευθέρωση από τη νευρολογική φυλακή,
για την απόδραση από τους ορισμούς της συμβατικής αντίληψης και τα φίλτρα
της εκμαθημένης διάνοιας, ως πέρασμα
στην ουσία της ύπαρξης και της γνώσης. Το LSD -υποστηρίζει-αποτελεί
ένα δυναμικό απελευθερωτή ενέργειας, ένα ισχυρότατο αφροδισιακό, που οδηγεί σε
μια συντριπτική αφύπνιση της εμπειρίας αλλά και
μια έκρηξη εκλεπτυσμένης και υπερβατικής ηδονής. Παράλληλα ενεργοποιεί την αλυσίδα μνήμης του DNA και καθιστά δυνατή την ανάγνωση του κυταρρικού μας ημερολογίου με αποτέλεσμα όχι μόνο την
επαναβίωση ακόμα και ενδομήτριων γεγονότων αλλά και τη γνωριμία πρώϊμων μορφών
εξέλιξης της ανθρώπινης φυλής. Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι συχνά οδηγεί στον
πυρήνα του κοσμικού παιχνιδιού και εξασφαλίζει
τη συμμετοχή σε μια καθαρή -κενή περιεχομένου- ενέργεια, στο περίφημο
“λευκό φως”, που ευαγγελίζονται αιώνες τώρα μύστες και οραματιστές.
Ο ίδιος γίνεται φανατικός
υπέρμαχος της ελεύθερης χρήσης του LSD, που θεωρεί προϋπόθεση για μια
γαλήνια και δημιουργική ζωή , αλλά δεν
κατορθώνει να πείσει ούτε την
επιστημονική κοινότητα ούτε το ευρύ κοινό πως όσα περιγράφουν οι ταξιδιώτες του
είναι οι αποκαλύψεις μιας ενορατικής διαίσθησης
και όχι οι πλάνες μιας γοητευτικής παραίσθησης. Στη δεκαετία του 60 πάντως οι
αιρετικές του απόψεις θα τoν
αναδείξουν σε σύμβολο “των παιδιών των λουλουδιών” και θα τον συνδέσουν με το
λογοτεχνικό κίνημα της γενιας των beat. Από την αλλή, όμως, θα στοιχίσουν
τη θέση του στο Πανεπιστήμιο, αλλά και την προσωπική του ελευθερία, αφού
τον τοποθετούν μοιραία στο στόχαστρο των συντηρητικών εφημερίδων και των
αμερικάνικων μυστικών υπηρεσιών.
Το 1970 ο μεσόκοπος
ψυχολόγος φυλακίζεται για κατοχή
μαριχουάνας και μερικούς μήνες αργότερα αναγκάζεται να δοκιμάσει τις δυνάμεις
του με μια απόδραση στην κυριολεκτική
σημασία του όρου. Με την ευκαιρία της καθιερωμένης κινηματογραφικής
προβολής του Σαββατόβραδου, ο Λίρι κατορθώνει να ξεφύγει την προσοχή των
σωφρονιστικών υπαλλήλων, να σκαρφαλώσει από το σύστημα εξαερισμού της κουζίνας
στην ταράτσα της φυλακής του San Luis Obispo και από εκεί να φτάσει στην
ελευθερία κρεμασμένος από τα καλώδια του συστήματος ηλεκτροδότησης, που οι
φίλοι του είχαν φροντίσει να θέσουν για λίγα λεπτά εκτός λειτουργίας. Ο Λίρι
καταφεύγει στην Ελβετία και από εκεί στην Αλγερία για να έρθει σε επαφή με την παράνομη οργάνωση Μαύροι
Πάνθηρες. Το 1973 όμως πέφτει σε παγίδα
της CIA στο Αφγανιστάν και επιστρέφει με
χειροπέδες στην Αμερική, όπου
καταδικάζεται σε 25 χρόνια φυλάκιση για κατοχή και χρήση ναρκωτικών. Η
σύντομη όμως απελευθέρωση του αλλά
και ο ακόλουθος τρόπος ζωής του κάνει
πολλούς να ψιθυρίζουν πως ο γκουρού του LSD έχει
μάλλον αποκηρύξει το αμαρτωλό του
παρελθόν.
Ο Λίρι ζει πια σε μια άνετη
βίλλα στο Beverly Hills, παίρνει
μέρος σε πάρτυ διασημοτήτων, γυρίζει video clip ή διαφημιστικά, εμφανίζεται ως guest star σε
περιθωριακές ταινίες, δίνει διαλέξεις ή συνεντεύξεις επι πληρωμή, ασχολείται με
τη μελέτη της γλωσσολογίας και γράφει
βιβλία ψυχολογίας και επιστημονικής φαντασίας.
Στη δεκαετία του 80, άλλωστε, ανακαλύπτει τη
μαγεία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, στη μελέτη των οποίων αφοσιώνεται με
εφηβικό ενθουσιασμό. Ο Λίρι όμως ούτε τις παλιές του αγάπες απαρνείται, ούτε
τις εμμονές του εγκαταλείπει, απλώς
αντικαθιστά το πρώτο πεδίο ερευνών του, το νευρικό σύστημα, με ένα άλλο ομόλογο
του τόσο σε δομή όσο και σε λειτουργία, το
κυβερνοδιάστημα. Ο ψυχίατρος, που προσπαθούσε κάποτε να παραβιάσει τις πορτές της αντίληψης
ακροβατώντας επικίνδυνα στα σύνορα της εμπειρίας, επιχειρεί τώρα ν’ αποδράσει σε μια εναλλακτική
πραγματικότητα δοκιμάζοντας σκληρά τα σύνορα της επικοινωνίας. Η αγαπημένη του εντολή βρίσκεται στο
πλήκτρο escape και οι μανιώδεις χάκερς γίνονται οι επαναστάτες του αύριο. Ο Λίρι ονομάζει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές τη
θρησκεία του 21ου αιώνα και προσπαθεί να παντρέψει τη ψυχεδέλεια με την
ψηφιακή τεχνολογία, αναζητώντας ένα
λογισμικό που θα προκαλεί στο χρήστη αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα των
παραισθησιογόνων ουσιών. “Η
ηλεκτρονική-ατομική εποχή είναι ένα ψυχοδηλωτικό ταξίδι IBM”
διατείνεται και “σερφάρει χωρίς ξενερώματα” στα εικονικά κύματα του
κυβερνοχάους.
Οταν μάλιστα μαθαίνει ότι
πάσχει από μεταστατικό καρκίνο του προστάτη και το τέλος πλησιάζει, αποφασίζει να αυτοκτονήσει σε απευθείας
μετάδοση από το δίκτυο, πίνοντας ένα θανατηφόρο κοκτέηλ ναρκωτικών μπροστά σε
μια τεράστια βιντεοκάμερα συνδεδεμένη με το Internet. Αιτιολογεί
την απόφαση του ως ένα τρόπο για να καταρρίψει το ταμπού του θανάτου αλλά και να πεθάνει με
στυλ και αξιοπρέπεια. Παράλληλα βλέπει τη δημοσιοποίηση μιας τόσο προσωπικής
στιγμής ως κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στο δημόσιο
και το ιδιωτικό,την παγκόσμια επικοινωνία και την απόλυτη απομόνωση.
Καθημερινά, λοιπόν, ανακοινώνει
τη δοσολογία ναρκωτικών και φαρμάκων που παίρνει για να αντιμετωπίσει τον πόνο
και την εξάντληση αλλά και τις αλλοιώσεις που προκαλεί στον οργανισμό του η αρρώστια. Η ηλεκτρονική, όμως, σελίδα που
διατηρεί στο World Wide Web παραμένει ανάρμοστα εύθυμη παρά το μακάβριο
θέμα της αλλά και την πένθιμη μουσική
των Gratefully Dead.Ταυτόχρονα ξοδεύει τα τελευταία του χρήματα για να σκηνοθετήσει μεχρι την παραμικρή
λεπτομέρεια μια αυτοκτονία υψηλής
τεχνολογίας και συζητά σοβαρά την
πιθανότητα κρυωνικής διατήρησης του
εγκέφαλου του και τη δυνατότητα να ξυπνήσει κάποια στιγμή στο μέλλον, που
τόσες φορές οραματίστηκε.
Και ενώ οι αμερικάνοι
δημοσιογράφοι διοργανώνουν ανοιχτές συζητήσεις ή ακόμα και ανεπίσημες
δημοσκοπήσεις για τα αληθινά κίνητρα αλλά και
την ηθική νομιμότητα του εγχειρήματος του, ο Λίρι για άλλη μια φορά κλείνει
το μάτι κοροϊδευτικά τόσο στους πολέμιους
όσο και στους θαυμαστές του. Στις
31 Μαίου του1996 η ζωή του τελειώνει με έναν εντελώς παλιομοδίτικο τρόπο. Λίγο
μετά τα μεσάνυχτα πεθαίνει ειρηνικά στο κρεββάτι του ανάμεσα σε μερικούς πιστούς φίλους. Έχασε το διεστραμμένο
χιούμορ του μπροστά στο μεγαλείο του
θανάτου, απογοητεύτηκε απο τα όρια της σύγχρονης τεχνολογίας ή κατάλαβε
πως η
τελική απόδραση δε χρειάζεται ειδικά εφέ;
Τα ερωτηματικά που προκάλεσε ο
ήσυχος θάνατος του θα παραμείνουν αναπάντητα, όπως άλλωστε και τα ερωτηματικά
που δημιουργησε η πολυτάραχη ζωή του;
Ηταν ένας επικίνδυνος τσαρλατάνος ή ένας ρηξικέλευθος ερευνητής, ήταν
ένας φωτισμένος σαμάνος ή ένας αμετανόητος showman; Ο
ίδιος, όταν σε μια από τις τελευταίες του τηλεοπτικές συνεντεύξεις ρωτήθηκε αν
τον απασχολεί η υστεροφημία του, απάντησε
σιβυλλικά : “Ο καθένας θα κρατήσει από τον Τίμοθι Λίρι ο,τι του αξίζει”.
Ελευθεροτυπία, 21 Ιουνίου 1997
Comments
Post a Comment